
ΑΠΟΔΕΙΚΤΙΚΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΥΛΙΚΟΥ ΑΠΟ ΚΑΜΕΡΕΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΠΑΡΚΙΝΓΚ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠ 254/2021
Ένα νομικό ζήτημα που παραδοσιακά απασχολεί την ελληνική θεωρία και νομολογία πραγματεύτηκε η 254/2021 απόφαση του Ζ’ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου. Πρόκειται για την περίπτωση που η καταδίκη του κατηγορουμένου βασίζεται αποκλειστικά σε αποδεικτικό μέσο του οποίου η νομιμότητα αμφισβητείται.
Ειδικότερα, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο είχε κρίνει τον κατηγορούμενο ένοχο για τα αδικήματα του εμπρησμού από τον οποίο μπορεί να προκύψει κοινός κίνδυνος σε ξένα πράγματα κατ’ εξακολούθηση (δύο μερικότερες πράξεις, εκ των οποίων η µία σε απόπειρα), καθώς και της διακεκριμένης φθοράς κατ’ εξακολούθηση. Στην κρίση του αυτή είχε οδηγηθεί αξιοποιώντας αποδεικτικά τον βιντεοληπτικό υλικό από το κλειστό κύκλωμα καταγραφής ιδιωτικού χώρου στάθμευσης αυτοκινήτων (παρκινγκ).
Ο καταδικασθείς προσέφυγε στον Άρειο Πάγο, προβάλλοντας ως μοναδικό λόγο αναίρεσης την απόλυτη ακυρότητα (άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Α’ ΚΠΔ), η οποία κατά τους ισχυρισμούς του ιδρύθηκε λόγω της αξιοποίησης από το Δικαστήριο του επίμαχου βιντεοληπτικού υλικού. Κατά τους ισχυρισμούς του, το υλικό αποτελούσε παράνομο αποδεικτικό μέσο, η χρησιμοποίηση του οποίου στοιχειοθετεί παράβαση των διατάξεων των άρθρου 177 παρ. 2 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, των άρθρων 19 παρ. 3 και 9Α του Συντάγματος και του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ.
Ο Άρειος Πάγος απέρριψε την αίτηση αναίρεσης, κρίνοντας νόμιμη την αποδεικτική αξιοποίηση του επίδικου βιντεοληπτικού υλικού, καθώς και των φωτογραφιών από το κλειστό κύκλωμα καταγραφής που ήταν εγκατεστημένο στο πάρκινγκ. Για την κρίση του αυτή στηρίζεται στην πάγια πλέον θέση του πως η προστασία των προσωπικών δεδομένων δεν εξικνείται μέχρι της πλήρους απαγορεύσεως της επεξεργασίας τους αλλά στη θέσπιση όρων και προϋποθέσεων, υπό τις οποίες είναι επιτρεπτή η επεξεργασία τους, ούτως ώστε να επιτευχθεί μία δίκαιη ισορροπία μεταξύ της προστασίας του δικαιώματος αυτού και της ικανοποιήσεως και άλλων συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων και συνταγματικών αρχών, όπως είναι το δικαίωμα της έννομης προστασίας (άρθρο 20 παρ.1 Συντάγματος) και οι αρχές της εύρυθμης λειτουργίας του κράτους και της χρηστής απονομής της δικαιοσύνης.
Έτσι, ο Άρειος Πάγος καταλήγει στην κρίση πως το παραβιασθέν συνταγματικό δικαίωμα του αναιρεσείοντος στα προσωπικά του δεδομένα (άρθρ. 9 Α του Συντάγματος) δεν άπτεται αμέσως του σκληρού πυρήνα της προσωπικής του σφαίρας, που θα απαιτούσε τη συναίνεση αυτού, αφού η συμπεριφορά που καταγράφηκε και περιέχεται στο ένδικο βιντεοληπτικό υλικό, ουδεμία σχέση έχει με ιδιωτική του πράξη, ούτε έχει καμιά σχέση με την ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, δεδομένου ότι, οι κάμερες κλειστού κυκλώματος κατέγραψαν τις κινήσεις του σε δημόσιο χώρο και όχι στην οικία του ή σε ιδιωτικό προσωπικό του χώρο.
Περαιτέρω, το Ακυρωτικό έκρινε πως η αξιοποίηση του υλικού όχι μόνο επιτρέπεται, αλλά και επιβάλλεται από την τήρηση της αρχής της αναλογικότητας, εν όψει του ότι τα πληγέντα από τις υπό κρίση πράξεις του δράστη αγαθά κρίνονται σαφώς υπέρτερα εκείνου της προστασίας των προσωπικών του δεδομένων. Σε αντίθετη περίπτωση, η εν λόγω απαγόρευση θα οδηγούσε σε κατάργηση του δικαιώματος του πολίτη σε δικαστική ακρόαση και προστασία (άρθρο 20 παρ.1 του Συντάγματος), αφού δεν θα μπορούσε να γίνει χρήση του μοναδικού αποδεικτικού μέσου, στο οποίο βασίζεται η καταγγελία, με αποτέλεσμα να πλήττεται ακόμη και η ανθρώπινη αξία του απροστάτευτου εν λόγω θύματος των άνω αξιοποίνων πράξεων.
Βλέπουμε λοιπόν πως ο Άρειος Πάγος εμμένει στην πάγια τα τελευταία χρόνια θέση του πως τα δικαιώματα της ιδιωτικής ζωής και της προστασίας των προσωπικών δεδομένων δεν είναι απόλυτα, αλλά μπορούν να περιοριστούν. Ως εκ τούτου, δεν θα πρέπει ποτέ να αποκλείεται a priori η δικονομική αξιοποίηση αποδεικτικών μέσων τα οποία φαίνονται κατ’ αρχήν παράνομα. Τούτο όμως ουδόλως σημαίνει πως μπορεί να καθιερωθεί συγκεκριμένη, ρητή εξαίρεση από τον κανόνα του άρθρου 177 παρ. 2 ΚΠΔ. Το Δικαστήριο θα πρέπει να επιχειρεί μία in concreto κρίση, ειδικά προσαρμοσμένη στα δεδομένα της εκάστοτε υπόθεσης, δίνοντας ιδιαίτερη βαρύτητα στη στάθμιση του δικαιώματος προστασίας προσωπικών δεδομένων με άλλα θεμελιώδη δικαιώματα, σύμφωνα πάντα με την αρχή της αναλογικότητας.
Το πλήρες κείμενο της απόφασης είναι διαθέσιμο στο areiospagos.gr.